πενταδάκτυλος

πενταδάκτυλος
Κοινή στη Μάνη ονομασία του Ταϋγέτου, γιατί κατά την παράδοση, σε έναν του βράχο αποτυπώθηκαν τα ίχνη των πέντε δαχτύλων του Ιησού. Π. Λέγεται και βουνό της Κύπρου, με πέντε κορυφές, από τις οποίες η υψηλότερη φτάνει τα 2.405 πόδια στην κατεχόμενη από τους Τούρκους περιοχή. Π. λέγεται και το βουνό της Μικράς Ασίας Μπες Μπαρμάκ νταγ, το όρος Λάτμος των αρχαίων Ελλήνων.
* * *
και πενταδάχτυλος, -η, -ο / πενταδάκτυλος και πεντεδάκτυλος, -ον, ΝΑ
1. αυτός που έχει πέντε δάκτυλα
2. αυτός που έχει πλάτος πέντε δακτύλων
νεοελλ.
1. (για άνθη και φύλλα) αυτός που αποτελείται από πέντε πέταλα ή από πέντε διακλαδώσεις
2. (το αρσ. ως κύριο όν.) ο Πενταδάκτυλος
η κορυφή τών βουνών τής Κερύνειας τής Κύπρου
3. (το ουδ. ως κύριο όν.) το Πενταδάκτυλο
άλλη ονομασία τού όρους Ταΰγετος
αρχ.
1. αυτός που έχει πέντε προεξοχές, πέντε ακτίνες
2. το ουδ. ως ουσ. τὸ πενταδάκτυλον
άλλη ονομασία τού φυτού πεντάφυλλο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πεντα-* / πέντε- + δάκτυλος (πρβλ. οκτω-δάκτυλος)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • πενταδάκτυλος — with five fingers masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πενταδάκτυλον — πενταδάκτυλος with five fingers masc/fem acc sg πενταδάκτυλος with five fingers neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πενταδακτύλου — πενταδάκτυλος with five fingers masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πενταδακτύλους — πενταδάκτυλος with five fingers masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πενταδακτύλων — πενταδάκτυλος with five fingers masc/fem/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πενταδακτύλῳ — πενταδάκτυλος with five fingers masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πενταδάκτυλα — πενταδάκτυλος with five fingers neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πενταδάκτυλοι — πενταδάκτυλος with five fingers masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Pentadaktylos — p1f1 Pentadaktylos (Πενταδάκτυλος), Beşparmak Höchster Gipfel Kyparissovouno (Selvili Tepe) (1.024 m) Lage Türkische Republik Nordzypern Teil der Norden von Zypern …   Deutsch Wikipedia

  • πενταδακτυλαίος — αία, ον, Μ [πενταδάκτυλος] ο πενταδάκτυλος …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”